Πώς βρέθηκαν οι Έλληνες μισθοφόροι στο πλευρό του Πέρση Κύρου- Η μάχη στα Κούναξα και ο θάνατος του Κύρου (401π.Χ.)- Οι δολοφονίες των Ελλήνων αξιωματικών- Η ανάληψη της αρχηγίας από τον Ξενοφώντα.

Η ιστορία του Ξενοφώντα και των Μυρίων αποτελεί ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια της αρχαίας ιστορίας, γεμάτο ίντριγκα, περιπέτειες και απρόσμενες καταστάσεις. Το 401 π.Χ., ο Κύρος ο Νεότερος, πρίγκιπας της Περσίας, ξεκίνησε μια εκστρατεία που είχε ως στόχο να εκθρονίσει τον αδελφό του, Αρταξέρξη Β', και να καταλάβει την εξουσία. Για να το πετύχει, μάζεψε έναν μεγάλο στρατό, ανάμεσα στους οποίους ήταν και 13.000 Έλληνες μισθοφόροι, γνωστοί ως οι Μύριοι. Αυτοί οι Έλληνες προέρχονταν από διάφορες περιοχές: Αρκάδες, Λακεδαιμόνιοι, Θεσσαλοί, Αθηναίοι, Κρήτες και άλλοι.

Οι Έλληνες μισθοφόροι ήταν ένα πολύχρωμο και ετερόκλητο πλήθος. Ανάμεσά τους υπήρχαν τυχοδιώκτες που ήθελαν να πλουτίσουν, εξόριστοι που δεν είχαν τίποτα να χάσουν, πολεμοχαρείς που αναζητούσαν συγκινήσεις και περιπέτειες, αλλά και άνθρωποι που απλά αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή. Παρόλο που πολλοί από αυτούς δεν είχαν κάποιον υψηλό ιδανικό ή πατριωτικό σκοπό, ήταν σκληροτράχηλοι πολεμιστές, έτοιμοι για οτιδήποτε.

Ο Ξενοφών, ωστόσο, ξεχώριζε από αυτή την ομάδα. Ο ίδιος δεν είχε κανένα σχέδιο να συμμετάσχει σε αυτή την επικίνδυνη αποστολή. Το μόνο που ήθελε ήταν να γνωρίσει τον Κύρο, για τον οποίο άκουγε τα καλύτερα λόγια από τον φίλο του, Πρόξενο, ο οποίος ζούσε στην αυλή του Κύρου στις Σάρδεις. Έτσι, ο Ξενοφών έφυγε από την Ελλάδα και πήγε στις Σάρδεις, όπου γνώρισε τον πρίγκιπα και εντυπωσιάστηκε από την προσωπικότητά του. Τόσο γοητεύτηκε από τον Κύρο, που αποφάσισε να τον ακολουθήσει σε μια υποτιθέμενη εκστρατεία εναντίον των Πισιδών. Αυτό που δεν ήξερε, όμως, ήταν ότι ο Κύρος είχε στο μυαλό του ένα πολύ μεγαλύτερο σχέδιο: να ανατρέψει τον αδελφό του, τον βασιλιά Αρταξέρξη.

Οι μισθοφόροι, μαζί με τον Ξενοφώντα, ξεκίνησαν την πορεία τους νομίζοντας ότι κατευθύνονταν σε μια μικρή σύγκρουση με τους Πισιδούς. Όταν συνειδητοποίησαν ότι ο πραγματικός στόχος ήταν ο Αρταξέρξης, ο μεγάλος βασιλιάς της Περσίας, ήταν πλέον πολύ αργά για να κάνουν πίσω. Έτσι, προχώρησαν, παγιδευμένοι σε μια επικίνδυνη εκστρατεία, χωρίς να μπορούν να αλλάξουν πορεία.


Η κρίσιμη μάχη έγινε κοντά στη Βαβυλώνα, στην τοποθεσία Κούναξα, τον Σεπτέμβριο του 401 π.Χ. Ο στρατός του Κύρου αναμετρήθηκε με τον στρατό του Αρταξέρξη. Αν και οι Έλληνες μισθοφόροι κατάφεραν να νικήσουν το μέρος των περσικών δυνάμεων που τους επιτέθηκαν, ο Κύρος σκοτώθηκε στη μάχη. Με τον ηγέτη τους νεκρό, ο στρατός του Κύρου βρισκόταν σε χαοτική κατάσταση, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν οι ίδιοι οι Έλληνες μισθοφόροι.

Μετά τον θάνατο του Κύρου, οι Έλληνες βρέθηκαν απομονωμένοι στα βάθη της Περσίας, χωρίς ηγέτη και περικυκλωμένοι από εχθρούς. Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο επικίνδυνη όταν οι Πέρσες, με πονηριά, κάλεσαν τους Έλληνες στρατηγούς για διαπραγματεύσεις και τους σκότωσαν. Οι Έλληνες στρατιώτες έμειναν χωρίς αρχηγούς, αποδιοργανωμένοι και καταδικασμένοι, όπως φαινόταν, σε βέβαιο θάνατο.

Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, ο Ξενοφών, που μέχρι τότε δεν είχε σημαντικό ρόλο, πήρε την πρωτοβουλία. Απευθύνθηκε στους υπόλοιπους λοχαγούς και τους έπεισε να εκλέξουν νέους στρατηγούς και να αναλάβουν την ευθύνη της διάσωσής τους. Ο Ξενοφών, με την ψυχραιμία και τη λογική του, κατέστησε σαφές ότι αν δεν οργάνωναν ένα σχέδιο επιβίωσης, δεν θα έβλεπαν ποτέ ξανά την πατρίδα τους. Οι Έλληνες στρατιώτες, εμπνευσμένοι από τα λόγια του, συμφώνησαν να τον εκλέξουν στρατηγό.


Έτσι ξεκίνησε η διάσημη "Κάθοδος των Μυρίων", μια επική και γεμάτη κακουχίες πορεία επιστροφής από τα βάθη της Περσίας προς την Ελλάδα. Οι Έλληνες βρέθηκαν σε αφιλόξενα και εχθρικά εδάφη, περικυκλωμένοι από στρατούς και πολεμικούς πληθυσμούς. Προχώρησαν μέσα από άγνωστες περιοχές, ανέβηκαν ψηλά βουνά, πάλεψαν με τη φύση και αντιμετώπισαν συνεχείς επιθέσεις από τους Πέρσες και τους ντόπιους.

Έπειτα από μήνες πορείας και αμέτρητες μάχες, οι Έλληνες έφτασαν τον Δεκέμβριο του 400 π.Χ. στην Αρμενία, όπου δοκίμασαν την αντοχή τους στις σκληρές κλιματολογικές συνθήκες. Παρά την πείνα, το κρύο και τις επιθέσεις από εχθρικούς λαούς, οι Έλληνες προχώρησαν. Τελικά, έπειτα από πολλές κακουχίες και θανάτους, βρέθηκαν στο όρος Θήχη, από όπου αντίκρισαν τη θάλασσα. Η κραυγή "Θάλαττα, θάλαττα!" (Θάλασσα, θάλασσα!) αντήχησε δυνατά, εκφράζοντας τη συγκίνηση και την ανακούφιση των πολεμιστών. Η ελληνική πόλη της Τραπεζούντας ήταν πλέον κοντά, και οι επιζώντες, μόλις 8.600 από τους αρχικούς 13.000, είχαν επιτύχει έναν άθλο.

Οι Μύριοι, παρά τις αρχικές τους αδυναμίες και τις χαλαρές σχέσεις μεταξύ τους, κατάφεραν να επιβιώσουν εξαιτίας της επιμονής τους, της στρατιωτικής τους ικανότητας, αλλά και της ηγεσίας του Ξενοφώντα. Ο Ξενοφών, ένας άνθρωπος που δεν είχε σκοπό να συμμετάσχει σε πολέμους, αναδείχθηκε σε στρατηγό και καθοδηγητή αυτών των πολεμιστών. Παρά τη βαρβαρότητα και την ασυνεννοησία που επικρατούσε ανάμεσά τους, ο Ξενοφών κατάφερε να κρατήσει το στράτευμα ενωμένο και να οδηγήσει τους Έλληνες πίσω στην πατρίδα.

Η "Κύρου Ανάβασις" του Ξενοφώντος, το έργο που καταγράφει αυτή την επική πορεία, δεν είναι απλά μια ιστορική αφήγηση. Είναι η απόδειξη της ανθεκτικότητας, του θάρρους και της ευφυΐας των Ελλήνων, αλλά και της ικανότητας του Ξενοφώντα να αναλαμβάνει την ηγεσία σε δύσκολες στιγμές. Το έργο αυτό ενέπνευσε γενιές στρατηγών και ηγετών, συμπεριλαμβανομένου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος μελέτησε την "Κάθοδο" για να διδαχθεί από τη σοφία και τις στρατηγικές αποφάσεις του Ξενοφώντος.

 
Top