Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κιρ Στάρμερ, αποφάσισαν να μην επιτρέψουν τη χρήση δυτικών όπλων μεγάλου βεληνεκούς για να επιτεθούν σε στόχους εντός της Ρωσίας μετά τη συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο την Παρασκευή. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, δεν αποφασίστηκε η χρήση αμερικανικών και βρετανικών πυραύλων για άμεσες επιθέσεις εντός της ρωσικής επικράτειας, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεση αντιπαράθεση με τη Ρωσία.

Η συνάντηση των ηγετών έλαβε χώρα εν μέσω αυξημένων πιέσεων από την πλευρά του καθεστώτος του Κιέβου, που ζητά επίμονα την άδεια για χρήση όπλων μεγάλης εμβέλειας εναντίον ρωσικών στόχων. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, είχε δηλώσει την Πέμπτη ότι, εάν επιτραπεί στην Ουκρανία να χρησιμοποιήσει τέτοια όπλα, το ΝΑΤΟ θα θεωρείτο ότι ξεκίνησε έναν πόλεμο κατά της Ρωσίας. Η προειδοποίηση του Πούτιν ήταν σαφής: οποιαδήποτε επίθεση σε ρωσικό έδαφος με δυτικά όπλα θα θεωρηθεί άμεση εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο.

Στην πραγματικότητα, η ανησυχία του Πούτιν δεν αφορούσε απλώς την άδεια χρήσης δυτικών όπλων από την Ουκρανία, αλλά την πιθανή απόφαση των μελών του ΝΑΤΟ να συμμετάσχουν ενεργά σε επιθέσεις εντός της Ρωσίας, με τη χρήση όπλων, δορυφόρων, τεχνικών και στρατιωτών. Αυτό θα άλλαζε ριζικά τη φύση του πολέμου, μετατρέποντας τον από έναν πόλεμο αντιπροσώπων σε έναν άμεσο πόλεμο μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, όπως προειδοποίησε ο Πούτιν.

Η προειδοποίηση αυτή φαίνεται πως έλαβε σοβαρή υπόψη από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο. Μετά τις συνομιλίες στον Λευκό Οίκο, ο Στάρμερ δεν ανακοίνωσε καμία απόφαση που να επιτρέπει στην Ουκρανία τη χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς όπως οι βρετανικοί Storm Shadow. Όταν ερωτήθηκε αν είχε πείσει τον Μπάιντεν για την έγκριση της χρήσης αυτών των πυραύλων, ο Στάρμερ αρκέστηκε να δηλώσει πως οι συζητήσεις ήταν μακροχρόνιες και παραγωγικές, καλύπτοντας θέματα όπως η Ουκρανία, η Μέση Ανατολή και η περιοχή Ινδίας-Ειρηνικού.

Ο ίδιος ο Μπάιντεν, όταν ρωτήθηκε για τη χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς κατά της Ρωσίας, απέφυγε να δώσει σαφή απάντηση, σημειώνοντας πως δεν σκέφτεται πολύ τον Πούτιν, ενώ επιβεβαίωσε πως το ζήτημα θα συζητηθεί περαιτέρω με τον Στάρμερ. Παρ' όλα αυτά, η προειδοποίηση του Πούτιν φαίνεται να απέτρεψε τη λήψη άμεσων αποφάσεων από τη Δύση για την κλιμάκωση της σύγκρουσης.

Η αντίδραση αυτή είναι ενδεικτική της ευαισθησίας του θέματος και του πώς η Δύση, υπό την πίεση της Ουκρανίας, φαίνεται να βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μία, οι δυτικοί σύμμαχοι θέλουν να υποστηρίξουν την Ουκρανία στην αντίστασή της, ενώ από την άλλη, γνωρίζουν ότι μια άμεση επίθεση στη Ρωσία με δικά τους όπλα θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν καταστροφικό πόλεμο.

Ο πρώην αναλυτής της CIA, Λάρι Σι Τζόνσον, σχολίασε ότι μετά την προειδοποίηση του Πούτιν, το ΝΑΤΟ φαίνεται να κάνει πίσω, καθώς οποιαδήποτε τέτοια επίθεση θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντίποινα από τη Ρωσία. Σύμφωνα με τον Τζόνσον, η Δύση φαίνεται να έχει επανεξετάσει την αρχική της στάση, επιλέγοντας να μην δώσει στην Ουκρανία τα όπλα που ζητά για επιθέσεις εντός της Ρωσίας.

Παρά τα παραπάνω, αυτά τα κρίσιμα ζητήματα δεν έχουν παρουσιαστεί πλήρως στα δυτικά μέσα ενημέρωσης, δημιουργώντας ένα κενό πληροφόρησης για το κοινό. Ωστόσο, το ζήτημα παραμένει στο επίκεντρο της διεθνούς πολιτικής, καθώς η στρατηγική της Δύσης για την Ουκρανία συνεχίζει να διαμορφώνεται με φόντο την αυξανόμενη ένταση με τη Ρωσία.

Τέλος, η όλη κατάσταση υποδεικνύει πως ο κόσμος βρίσκεται σε μια εύθραυστη ισορροπία, με την πιθανότητα μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας να αποφεύγεται για την ώρα, χάρη στην προειδοποίηση του Πούτιν. Ωστόσο, το μέλλον παραμένει αβέβαιο και τα επόμενα βήματα της Δύσης θα καθορίσουν εάν αυτή η κρίση θα κλιμακωθεί περαιτέρω ή εάν θα υπάρξει αποκλιμάκωση της έντασης.

 
Top